Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

έχει κομμένη την

См. также в других словарях:

  • ουρά — (Ανατ.). Το πίσω άκρο του κορμού κάθε ζώου. Αντίθετο, η κεφαλή. Η ο. των ζώων, στα σπονδυλωτά, αποτελεί προέκταση της σπονδυλικής στήλης και είναι ευκίνητη εξαιτίας των πολλών συσταλτικών και διασταλτικών μυών. Φυτρώνει λίγο πιο πάνω από την έδρα …   Dictionary of Greek

  • κολοβός — ή, ό 1. αυτός που έχει κομμένη την ουρά, κοψονούρης: Ο γείτονας έχει ένα κολοβό σκυλί. 2. ακρωτηριασμένος, ελλιπής: Από τον αρχαίο αυτό ναό σώζονται σήμερα μερικές κολοβές κολόνες. 3. φρ., «Eίναι φίδι κολοβό», είναι κακός και ύπουλος άνθρωπος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κόλουρος, -η — ο 1. αυτός που έχει κομμένη την ουρά, κοψονούρης. 2. στη γεωμετρία, «κόλουρος κώνος», ο κώνος από τον οποίο έχει αποκοπεί η κορυφή του με επίπεδο παράλληλο προς τη βάση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κουτσονούρης, -α — και ισσα, ικο και κοψονούρης αυτός που έχει κομμένη την ουρά του, κολοβός: Η κουτσονούρα αλεπού ήθελε και τις άλλες κουτσονούρες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • τουρκιά — Χώρα της εγγύς Ανατολής. Το ευρωπαϊκό τμήμα της συνορεύει με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία και βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, τον Εύξεινο Πόντο και την Προποντίδα. Το ασιατικό τμήμα της συνορεύει με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, το… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • Γκοντάρ, Zαν Λικ — (Jean Luc Godard, Παρίσι 1930 –). Γάλλος σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Ξεκίνησε από το περιοδικό Cahiers du Cinéma,γύρισε πολλές ταινίες μικρού μήκους αυτοσχεδιάζοντας, αλλά καθιερώθηκε με την ταινία Με κομμένη την ανάσα (1960),με την οποία… …   Dictionary of Greek

  • κοψονούρης — ο, θηλ. κοψονούρα (Μ κοψόουρος) αυτός που έχει κομμένη ουρά, κουτσονούρης, κολοβός. [ΕΤΥΜΟΛ. < κοψ(ο) * + ευφωνικό ν + ούρης (< ουρά) ή + νούρης < νουρά που προέκυψε από την αιτ. εν. την ουρά > νουρά (πρβλ. κουτσό ν ούρης)] …   Dictionary of Greek

  • κουτσονούρης — και κουτσουνούρης και κουτσονόρης, α, ικο, θηλ. κουτσονούρα και κουτσονόρα, κουτσονόρισσα 1. αυτός που έχει κομμένη ουρά, κολοβός, 2. φρ. «κουτσονόρα αλεπού» επιτήδειος και πονηρός άνθρωπος. [ΕΤΥΜΟΛ. < κουτσο * + ούρης (< ουρά), οπότε το ν… …   Dictionary of Greek

  • κόλουρος — η, ο (Α κόλουρος, ον, θηλ. και κόλουρις) 1. αυτός που έχει κομμένη ουρά («ὥσπερ ὑπό γήρως ἀπτῆνα καὶ κόλουρον», Πλούτ.) 2. χαρακτηρισμός απλών στερεών γεωμετρικών σωμάτων που προκύπτουν από άλλα αν με μια κατάλληλη τομή αφαιρεθεί ένα τμήμα τους… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»